ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

ΜΗΝ Τ' ΑΝΑΚΑΤΕΥΕΙΣ!


«Η ΓΚΑΜΠΡΙΕΛΑ ΠΑΝΤΑ παραπονιέται ότι δεν τη γνωρίζω στους φίλους μου. Συνέχεια θέλει να γνωρίζει αγόρια και κορίτσια από τη σχολή. Μ' έχει πρήξει!»
«Κι εσύ δεν της γνωρίζεις φίλους από τη σχολή;»
«Δεν την έχω κρυμμένη. Αν συναντήσουμε κάποιον
στο δρόμο ή σε κάποια γιορτή, τη συστήνω. Όμως, αυτό που θέλει είναι να μπει στον κύκλο των φίλων μου.»
«Και φυσικά, αν καταλαβαίνω καλά, αυτό ακριβώς είναι που εσύ δεν θέλεις.»
«Δηλαδή... Εξαρτάται...»
«Από τι εξαρτάται;»
«Ξέρω κι εγώ; Εξαρτάται. Αν είναι μια φυσιολογική κατάσταση, εντάξει. Αλλά δεν μου αρέσει να πιέζω τις καταστάσεις.»
«Με δουλεύεις; Τι θα πει πιέζω καταστάσεις; Γίνεται ένα πάρτι με άτομα της σχολής, σε καλούν και πηγαίνεις με την κοπέλα σου. Αυτό είναι πίεση;»
«Ναι, πίεση είναι. Δεν κολλάει, δεν την γνωρίζει κανένας.»
«Αυτό είναι δούλεμα, Ντεμιάν. Είχα έναν ξάδερφο που πριν από το βραδινό φαγητό έτρωγε ένα σάντουιτς γιατί έλεγε ότι δεν μπορεί να φάει τίποτα με άδειο στομάχι.»
«Δεν βλέπω τι σχέση έχει το ανέκδοτο σου με το θέμα μου.»
«Α, τώρα δεν βλέπεις καμία σχέση. Μου λες ότι δεν ταιριάζει η Γκαμπριέλα με τους φίλους σου επειδή δεν την ξέρουν, ενώ εσύ δεν τους δίνεις την ευκαιρία να τη γνωρίσουν...»
 «...»
«Γιατί, Ντεμιάν;»
«Γιατί είναι διαφορετικά άτομα και...»
«Γιατί;»
«Γιατί η Γκαμπριέλα...»
«Ντεμιάν, γιατί;»
«Για να μην τ' ανακατέψω.»
«Τι εννοείς;»
«Κοίταξε, δεν θέλω ν' ανακατέψω αυτές τις δύο κατηγορίες σχέσεων... Μη νομίζεις ότι είναι εύκολο για μένα. Δεν είναι μόνο η Γκαμπριέλα που θυμώνει. Τσακώνομαι και με τους φίλους μου από τη σχολή, που επιμένουν να φέρω τη Γκαμπριέλα. Κανένας δεν καταλαβαίνει ότι θέλω το κάθε πράγμα στη θέση του. Άλλο το 'να κι άλλο τ' άλλο.»
«Για πες μου κάτι. Αυτό το ένα πράγμα και το άλλο, και όλα τα άλλα, δεν βρίσκονται όλα μαζί μέσα σου;»
«Μέσα μου, ναι. Έξω, όμως, δεν θέλω να τα μπλέξω.»
«Γιατί δεν θέλεις να τα μπλέξεις;»
«Δεν ξέρω, Χοντρέ, δεν ξέρω. Όμως, δεν θέλω να τα μπλέξω.»
 «Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνεις αυτό.»
 «Τι εννοείς δεν είναι η πρώτη φορά;»
«Κι άλλες φορές μου έχεις πει πόσο σ' ανησυχεί το ανακάτεμα.»
 «Α, ναι. Νομίζω ότι μια φορά σου είπα ότι δεν θέλω ν' ανακατεύω την οικογένεια με τους φίλους μου ή την παρέα στο κλαμπ με την παρέα από το πανεπιστήμιο. Δεν θυμάμαι άλλη περίπτωση.»
«Έχω την αίσθηση ότι προσπαθείς να προστατεύσεις ιδιωτικούς χώρους που σου ανήκουν. Ίσως αυτό σου είναι χρήσιμο. Όμως, νομίζω ότι να χωρίζεις σε κουτάκια τα γεγονότα και τα πρόσωπα της ζωής σου ώστε να μη διασταυρώνονται ποτέ είναι πολύ εξοντωτικό, και θα έλεγα ότι μερικές φορές είναι κι επικίνδυνο.»
 «Επικίνδυνο, γιατί;»
«Γιατί μου φαίνεται ότι, τοποθετώντας συνεχώς εμπόδια και περιορισμούς, οι άλλοι αρχίζουν να αμφισβητούν τη θέση τους και να απαιτούν από σένα να τους δώσεις την ευκαιρία να μοιραστούν μαζί σου πράγματα — προπαντός τα σημαντικά.»
«Αυτό είναι δικό τους πρόβλημα, όχι δικό μου.»
«Μη γίνεσαι άκαμπτος. Μπορεί να είναι δικό τους πρόβλημα, όμως, εσύ πρέπει να ξέρεις πότε ο άλλος νιώθει ανεπιθύμητος, αποκλεισμένος και περιφρονημένος. Αυτός είναι ο κίνδυνος. Ίσως τελικά να πληγώσεις τους άλλους "για να μην ανακατέψεις τα πράγματα" .Ίσως να καταστρέψεις τις σχέσεις  σου στήνοντας σύνορα.»
«Νομίζω ότι αυτό το κάνω μόνο με τις διαφορετικές παρέες μου, γιατί είναι αληθινά ξεχωριστές.»
«Ντεμιάν, λίγους μήνες αφότου αρχίσαμε τη θεραπεία πήγες στο πανεπιστήμιο, ξέμεινες από λεφτά και δεν ήθελε να ζητήσεις από τους γονείς σου. Θυμάσαι; Εγώ, βέβαια, προσφέρθηκα να σου δανείσω για τον επόμενο μήνα ή ώσπου βρεις. Σωστά;»
«Ναι.»
«Θυμάσαι τι έγινε τελικά;»
«Ναι. Δεν δέχτηκα.»
 «Θυμάσαι τα επιχειρήματα σου;»
«Όχι, δεν τα θυμάμαι.»
«Μου είπες ότι σε αιφνιδίαζα, ότι μου ήσουν ευγνώμων  αλλά δεν ήθελες "να ανακατεύεις τα πράγματα". Θυμάσαι τη  φράση αυτή;»
«Ναι, αλλά εσύ δεν ένιωσες ούτε ότι σε περιφρονώ, ούτε αποκλεισμένος ούτε τίποτα παρόμοιο...»
«Είσαι βέβαιος;»
 «... σχεδόν.»
«Λες ψέματα. Δεν είσαι καθόλου βέβαιος.»
«Κοίταξε, μαζί σου δεν είμαι σίγουρος ούτε για το πώς
με λένε.»
«Να είσαι βέβαιος Ντεμιάν, ότι συχνά δεν έχει σημασία πόσο σίγουρος είσαι για ορισμένα πράγματα. Όταν προσφέρεις βοήθεια με την καρδιά σου σε κάποιον κι ο άλλος την απορρίπτει από ανοησία, περηφάνια ή απλώς γιατί έτσι, δεν πανηγυρίζεις γι' αυτό. Το πρώτο που θα σου περάσει από το νου είναι να τον στείλεις από εκεί που ήρθε.»
«Εντάξει, δίκιο έχεις. Το καταλαβαίνω.»
«Και, για ποικιλία, να σου πω μια ιστορία.»
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας που είχε έναν πολύ χαζό υπηρέτη. Ο άνθρωπος δεν ήταν τόσο μίζερος ώστε να τον απολύσει, ούτε, όμως, και τόσο γενναιόδωρος για να τον κρατάει χωρίς να κάνει τίποτα (τι περισσότερο μπορεί να προσφέρει κανείς σ' ένα βλάκα;) Προσπαθούσε, λοιπόν, να του αναθέτει απλές δουλειές ώστε να χρησιμεύει «σε κάτι». Μια μέρα, τον φώναξε και του είπε:
«Πήγαινε στο μαγαζί κι αγόρασε μία μεζούρα αλεύρι και μία ζάχαρη. Το αλεύρι είναι για να φτιάξουμε ψωμί και η ζάχαρη είναι για τα γλυκά. Πρόσεξε να μην ανακατευτούν. Άκουσες; Προπαντός να μην ανακατευτούν!»
Ο υπηρέτης έκανε μεγάλη προσπάθεια να θυμηθεί τις εντολές του αφεντικού του. Μία μεζούρα αλεύρι και μία ζάχαρη και να μην ανακατευτούν... να μην ανακατευτούν! Πήρε ένα δίσκο και πήγε στο μαγαζί.
Στο δρόμο επαναλάμβανε μέσα του: «Μία μεζούρα αλεύρι και μία ζάχαρη και να μην ανακατευτούν... να μην ανακατευτούν!»
Έφτασε στο μαγαζί.
«Δώστε μου μία μεζούρα αλεύρι, παρακαλώ.»
Ο μαγαζάτορας έχωσε τη σέσουλα στο αλεύρι και την έβγαλε γεμάτη. Ο υπηρέτης πλησίασε το δίσκο και ο μπακάλης άδειασε τη σέσουλα επάνω.
«Και μια μεζούρα ζάχαρη» είπε ο πελάτης.
Πάλι ο μαγαζάτορας πήρε τη σέσουλα την έχωσε σ' ένα με γάλο κουτί και την έβγαλε γεμάτη ζάχαρη.
«Να μην ανακατευτούν!» είπε ο υπηρέτης.
«Τότε, πού να βάλω τη ζάχαρη;» ρώτησε ο μαγαζάτορας.
Ο άλλος σκέφτηκε λίγο, κι ενώ σκεφτόταν (με πάρα πολύ κόπο), πέρασε το χέρι του κάτω από το δίσκο και αντιλήφθηκε ότι ήταν άδειος! Έτσι, με μια γρήγορη απόφαση, είπε: «Εδώ!» κ αναποδογύρισε το δίσκο, μαζί με το αλεύρι φυσικά.
Ο υπηρέτης έκανε μεταβολή και γύρισε ικανοποιημένος σ σπίτι. Μία μεζούρα ζάχαρη, μία αλεύρι και να μην ανακατευτούν.
Όταν το αφεντικό του τον είδε να μπαίνει βαστώντας το δίσκο με τη ζάχαρη, τον ρώτησε:
«Και πού είναι το αλεύρι;»
«Να μην ανακατευτούν, αφεντικό!» απάντησε ο υπηρέτης «Εδώ είναι!» και με μια απότομη κίνηση, αναποδογύρισε το δίσκο... χύνοντας όλη τη ζάχαρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

This is a comment.