ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

English French German Spain Italian Dutch Russian Portuguese Japanese Korean Arabic Chinese Simplified

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΤΩΧΗΣ ΑΓΟΡΩΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για η ιστορια της πτωχης αγόρως

Σε μία εποχή  όχι μακρινή από τη δική μας, σε μια περιοχή αρκετά κοντινή μας, σε ένα χωριό (σχεδόν κεφαλοχώρι) ζούσε μια νέα έκπαγλου καλλονής, λυγερόκορμη, σεράτη, αντικείμενο πόθου όλου του ανδρικού πληθυσμού της περιφέρειας. Αγορά ήταν τ' όνομά της. Αγόρω ή Αγορίτσα την φώναζαν στην ντοπιολαλιά (και δεν της άρεσε καθόλου αυτό, γιατί είχε υψηλούς στόχους στη ζωή της). 

Περιζήτητη ήταν αλλά όχι πολύφερνη, κάτω του μεσαίου το οικογενειακό της εισόδημα. Αλλά η ομορφιά της ήταν αρκετό εισόδημα για να καλοπαντρευτεί. " Κοίτα να τακτοποιηθείς'', της έλεγε η μάνα της, αλλά η Αγόρω δεν το' χε καθόλου σκοπό. Ήθελε να χορτάσει μέχρι σκασμού την ελευθερία της. Όλη μέρα σεργιανούσε, στα παζάρια, στις εμποροπανήγυρεις  και ζωοπανήγυρεις, στους πάγκους των υπαίθριων πωλητών, στις προθήκες των καταστημάτων νεοτερισμών, στις μικρές και μεγάλες τρύπες που αποτελούσαν το υποτυπώδες εμπορικό κέντρο του χωριού. Κι όλοι την τρώγαν (αφού την γδύναν) με τα μάτια τους.

Αλλά η Αγόρω δεν είχε μάτια για κανέναν. Ούτε για τον μπακάλη, ούτε για τον μανάβη, ούτε για το φούρναρη. Απέρριπτε με αλαζονεία όλα τα προξενιά. Μάταια η μάνα της προσπαθούσε να την πείσει να το σκεφτεί τουλάχιστον. Και πιο πολύ να ρίξει ένα βλέφαρο στον καλύτερο του χωριού. Ο Κράτος ήταν πρωτευουσιάνος με ρίζες στο χωριό και την ήθελε σαν τρελός. Κι είχε και περιουσία ατράνταχτη - και ακίνητα και αυτοκίνητα και άλογα και μουλάρια και μποστάνια και χωράφια. Ο Κράτος ήταν καλό παιδί, λίγο μπούλης βέβαια, ελαφρά παχύσαρκος και δυσκίνητος, ίσως και κάπως βλάκας, αλλά έλιωνε για την Αγορά, αφήστε δε που με την περιουσία του θα ζούσαν ζωή και κότα. Βλέπετε η Αγόρω δεν είχε προίκα της προκοπής. Τα ρούχα της, τα εσώρουχά της, ένα γιούκο με ασπρόρουχα, μερικά κεντήματα και υφαντά.... Αυτά. " Α, πα πα πα", έλεγε ανένδοτη η Αγόρω. " Εγώ θα ζήσω ελεύθερη ζωή. Free market, mummy. Κάτω ο προστατευτισμός. Νταβά στο κεφάλι μου δεν βάζω!'' Κι προξενήτρα που 'φερνε πεσκέσια και προξενιά του Κράτους έφευγε άπρακτη, με τα χέρια ξερά.
Η Αγορίτσα που στο μεταξύ είχε απαγορεύσει σε όλους δια ροπάλου να τη φωνάζουν με τα επαρχιώτικα υποκοριστικά της - ξεκίνησε για την περιπέτεια που είχε επιλέξει. Παράτησε τα παζάρια, τους γραφικούς πάγκους των μικροπωλητών και τα μπεζεστένια των χωριών και βγήκε στην πόλη. 'Όπου έκανε, είναι αλήθεια, μεγάλο σουξέ. "Free market'', διαλαλούσε στα πολυκαταστήματα, τα Mall, τις υπεραγορές, τις εμπορικές αλυσίδες, τους εμπορικούς πεζόδρομους μe τα βαριά brand names και τις λαμπερές φίρμες που πρόφερε με την ελαφρώς επαρχιώτικη αξάν της. Λιγότερο από Prada δεν ανεχόταν στο κορμί της, κάτω από Bvlgari δεν έβαζε στον καρπό της και για τον λαιμό της και τ' αυτιά σπανίως συμβιβαζόταν με Βιλδιρίδη, κι αυτό μόνο κατόπιν παραγγελίας και  αποκλειστικής σχεδίασης. Η κραιπάλη της Αγόρως άρχιζε από πρωίας με συστηματικό shopping therapy στα εμπορικά κέντρα, όπου έσκαγε με αεροπλανικές πιρουέτες, κάνοντας τους λυσσασμένους αρσενικούς να τα δίνουν όλα για πάρτη της. Το μεσημέρι έπαιρνε το lunch της στα πιο μουράτα ρεστοράν της πόλης, περιστοιχιζόμενη πάντα από έγκαυλους θαυμαστές και το βράδυ την έβγαζε στα νυχτερινά της παραλιακής, σπανίως καθήμενη, συνήθως σε τσακίρ κέφι πάνω στα τραπέζια, αλαλάζοντας ''free market'' και άδοντας παράφωνα το σουξέ της : ''Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη Αγορά, παρά σαράντα χρόνια στου Κράτους τα δεσμά''. Χύνονταν στο άκουσμα του άσματος και στα λικνίσματα της Αγόρως οι πολυάριθμοι θαυμαστές της : κληρονόμοι παλαιών τζακιών, ανυποψίαστοι διαχειριστές νέων τζακιών, αεριτζήδες, νεογιάπηδες, μάνατζερ αυτοδίδακτοι ή με σπουδές στο εξωτερικό, κάτοχοι μεταπτυχιακού στα χρηματοοικονομικά, ευτραφείς ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί, νεοσοσιαλ - φιλελεύθεροι πολιτικοί που έσκιζαν τα Boss πουκάμισά τους στο άκουσμα του κουπλέ απο το τελευταίο σουξέ της παραλιακής : ''Του ιάπιδος (σ.σ.: εκ του γιάπις) ο τράχηλος κράτος δεν υποφέρει''. Κι όταν αισθάνονταν κάτι αέρινο να τους θωπεύει ηδονικά ανάμεσα στα σκέλια, ήξεραν ότι δεν ήταν ο γαλατάς, αλλά το αόρατο χέρι της Αγοράς....
Αυτό το βίο διήγε η Αγορά, η ορμή της οποίας ήταν πλέον αδύνατο να περιοριστεί στα εθνικά σύνορα και - όπως ήταν φυσικό - ξεκίνησε διεθνή καριέρα με απρόβλεπτη επιτυχία. Εκτός του τίτλου της εθνικής σταρ, με την γοητεία της απέσπασε εύκολα τον τίτλο της Μις Ευρώπη και τελικά της Μις Υφήλιος. Κινούνταν με άνεση μεταξύ Μυκόνου και Σαν Τροπέ το καλοκαίρι, Ελβετικών Άλπεων και Αράχοβας τον χειμώνα. Η ακόρεστη δίψα της για shopping  έσβηνε πλέον μόνο στη λεωφόρο Σανς Ελιζέ στο Παρίσι, στην 5th Avenue  στη Νέα Υόρκη, σπανιότερα στη Φρανκφούρτη και στο Λονδίνο και τα ψυχαγωγικά της ενδιαφέροντα είχαν στραφεί και στις μετοχές, στα ευρωπαϊκά, ασιατικά και αμερικάνικα χρηματιστήρια, στα προθεσμιακά συμβόλαια πετρελαίου, στις εξαγορές , στις συγχωνεύσεις  και στις απολύσεις που έγιναν μάλιστα αγαπημένο της σπορ. Η Αγόρω ήταν πια μια παγκοσμιοποιημένη γκόμενα.
Ο πολυτελής βίος που διήγε κίνησε, βεβαίως, κάποια στιγμή το ενδιαφέρον των ελεγκτικών Αρχών στις χώρες που κινούνταν με άνεση, ιδιαίτερα των φορολογικών και των επιτροπών ανταγωνισμού, μιας και δεν ήταν σαφές τι ακριβώς επαγγέλλετο η Αγόρω και πως δικαιολογούσε τις απίστευτες δαπάνες της. Αλλά η Αγορά αντεπεξήλθε επιτυχώς με τη γοητεία της και σε αυτή την περιπέτεια, με το ύφος μιας περήφανης, άδικα διωκόμενης celebrity  και με τις απαραίτητες προμήθειες.
Κάπως έτσι πέρασε η χρυσή εικοσαετία της Αγόρως. Η ελευθερία, όμως, έχει και το τίμημά της. Η πληθωρική κραιπάλη και κατανάλωση είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση της άλλοτε αέρινης ύπαρξης σε όλες τις διαστάσεις του χωροχρόνου. Με τα χρόνια η Αγόρω έγινε πληθωρική, ευτραφής και τελικά παχύδερμη. Έπειτα άρχισε να πλήττεται από αλλεπάλληλες κυκλικές κρίσεις βουλιμίας και νευρικής ανορεξίας. Φούσκωνε, ξεφούσκωνε και τελικά το δέρμα της έκατσε πάνω στον σκελετό της σαν τσαλακωμένος πλισές. Το φωτεινό της πρόσωπο χαράχτηκε από τα ίχνη του χρόνου. Και να τα λίφτινγκ, να οι λιποαναρροφήσεις, οι αναδομήσεις, τα κολλαγόνα, οι μεταρρυθμίσεις, οι αυτορρυθμίσεις οι απορυθμίσεις.... Όχι, ο Φουστάνος, ούτε ο Πιτάγκι δεν ήταν εις θέσιν να κάνει το θαύμα του. Φυσικά, αυτή η κρίση είχε και το μοιραίο αποτέλεσμά : τα εκατομμύρια θαυμαστών της Αγόρως έχασαν κάθε ενθουσιασμό γ' αυτήν - άλλωστε δεν ήταν σε θέση πια ούτε τις αεροπλανικές πιρουέτες της (το αόρατο χέρι της είχε πια αρθρίτιδα). Και, τελικά, ήλθε και εκείνη η κρίση της νοσταλγίας για την πατρίδα της και το πατρικό της, όπου είχε ρίξει μαύρη πέτρα.
''Στα λεγα θα μείνεις στο ράφι'', της είπε η μάνα της, όχι με χαιρεκακία, αλλά με τρυφερότητα και πόνο, μόλις την αντίκρισε, αγνώριστη και αλλόκοτα παραμορφωμένη από τον χρόνο και από τις κραιπάλες." Ο μανάβης; Ο μπακάλης; Ο φούρναρης;'' ήταν οι πρώτες ερωτήσεις που έκανε η Αγόρω, αποφασισμένη να πουλήσει τις τελευταίες υποψίες γοητείας που είχαν απομείνει πάνω της. ''Τους έφαγε κι αυτούς η απελευθέρωση σαν κι εσένα. Είναι υπάλληλοι στο σούπερ μάρκετ'',είπε η μάνα της. ''Και ο... Κράτος;'' ρώτησε δειλά αλλά με μιαν ελπίδα η Αγόρω, ξέροντας ότι ήταν ο μεγάλος του έρωτας. ''Ο Κράτος; Μπακούρι έμεινε. Την περισσότερη περιουσία του την έχει πουλήσει. Έχει, βέβαια, εισοδήματα... Αλλά δεν ξέρω...". "Να δίναμε μίζα στην προξενήτρα;', ρώτησε αθώα η Αγόρω (που στο μεταξύ άρχισε να συνηθίζει το παλιό υποκοριστικό της).
Η συνάντηση Κράτους και Αγοράς μετά από είκοσι έτη είχε φόρτιση και εκπλήξεις. Ο Κράτος δεν είδε στην όψη της Αγόρας τη μούσα των εφηβικών του ονειρώξεων και η Αγόρω αντίκρισε έναν Κράτο συρρικνωμένο, ισχνό, γερασμένο, αλλά και με μια δόση γοητείας πάνω του. '' Θα με προστατεύεις;'' ρώτησε με κάποια αγωνία η Αγόρω. ''Ότι έχω είναι και δικό σου. Δεν είναι πολλά, αλλά έχω τον τρόπο μου'' απάντησε ξέπνοα ο Κράτος. Και ρίχτηκαν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Μια αγκαλιά που έπνιξε τα τελευταία ίχνη απελευθέρωσης που τους κρατούσαν όλα αυτά τα χρόνια μακριά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

This is a comment.